Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

Επικίνδυνα παιχνίδια με την Ελευθεροτυπία και τη Δημοκρατία


Η αρχή έγινε με το νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη για τις πορείες και ειδικότερα με το κεφάλαιο που αφορά στην κάλυψή τους από δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ.

Με το νομοσχέδιο αυτό που έγινε νόμος του κράτους, θεσμοθετήθηκε η παραβίαση της ελευθερίας του Τύπου και ιδιαίτερα της ελεύθερης πρόσβασης των δημοσιογράφων στα γεγονότα. Αυτό ούτε ο Όρμπαν δεν το τόλμησε. Γινόταν ως τώρα, αλλά περιστασιακά και υπό βροχή καταγγελιών σε διεθνείς οργανισμούς...
Τώρα, έρχεται και δεύτερο "χτύπημα" για τον Τύπο και τη Δημοκρατία στην Ελλάδα. Πρόκειται για την επιχειρούμενη αντικατάσταση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα για τη «Διασπορά ψευδών ειδήσεων» που θα οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις στο άμεσο μέλλον.
Η κυβέρνηση, με πρόσχημα και την πανδημία, συνεχίζει να ακολουθεί πολύ περίεργα μονοπάτια. Μετά τη λίστα Πέτσα, την ανυπαρξία του ΕΣΡ, τους δεκάδες δημοσιογράφους στο Μαξίμου και στα κυβερνητικά πόστα, αλλά και μετά την αποσιώπηση ειδήσεων από κυρίαρχα ΜΜΕ, ορίζονται, τώρα, αυστηρές ποινές για τα fake news, αλλά με έναν εντελώς αόριστο τρόπο. Εναν "επίτηδες" αόριστο τρόπο, ώστε να δημιουργείται μία τεράστια ομπρέλα που θα τα καλύπτει όλα...  
Συγκεκριμένα, το άρθρο 191 του Ποινικού Κώδικα σχεδιάζεται να αντικατασταθεί ως εξής: «Όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή. Εάν η πράξη τελέστηκε επανειλημμένα μέσω του Τύπου ή μέσω διαδικτύου, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και ο πραγματικός ιδιοκτήτης ή εκδότης του μέσου με το οποίο τελέστηκαν οι πράξεις των προηγούμενων εδαφίων. Όποιος από αμέλεια γίνεται υπαίτιος κάποιας από τις πράξεις της προηγούμενης παραγράφου, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή».
Πρόκειται για τροποποίηση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα κατά τρόπον ώστε, ένα αμφιλεγόμενο νομικό κείμενο που στόχο έχει να προφυλάξει από τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, να μετατρέπει το ίδιο άρθρο σε λογοκριτικό, με στόχευση στο Διαδίκτυο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το ότι στο άρθρο προστίθενται ως παράνομες και ειδήσεις που μπορεί «να προκαλέσουν ανησυχίες [...] για τη δημόσια υγεία», δημιουργώντας το ερώτημα αν η κυβέρνηση θέλει να ελέγξει ασφυκτικά την κριτική που ασκείται ευρύτατα στο Διαδίκτυο (πολύ περισσότερο απ’ όσο σε άλλα μέσα), σχετικά με την πολιτική της στην εποχή της πανδημίας.
Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας Βασίλης Παπαστεργίου εκφράζει τον προβληματισμό του γι’ αυτήν την αλλαγή, τονίζοντας μάλιστα ότι η προηγούμενη διάταξη -είχε τροποποιηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και προβλέπει φυλάκιση έως 3 χρόνων!- όφειλε να επανεξεταστεί και όχι να εμπλουτιστεί.
«Οφείλουμε να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι σε κάθε διάταξη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί προς τον σκοπό του περιορισμού της ελευθερίας της Ενημέρωσης και της Ελευθερίας του Λόγου», επισημαίνει το μέλος του Δ.Σ. του ΔΣΑ και προσθέτει: «Θεωρώ ότι ήδη η υπάρχουσα ρύθμιση είναι προβληματική από αυτή τη σκοπιά και επομένως και η διεύρυνση του πεδίου της δύναται να προκαλέσει ανάλογα προβλήματα».
Το άρθρο 191 του Π.Κ. όπως είναι σήμερα, αναφέρει: «Όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις με αποτέλεσμα να προκαλέσει φόβο σε αόριστο αριθμό ανθρώπων ή σε ορισμένο κύκλο ή κατηγορία προσώπων, που αναγκάζονται έτσι να προβούν σε μη προγραμματισμένες πράξεις ή σε ματαίωσή τους, με κίνδυνο να προκληθεί ζημία στην οικονομία, στον τουρισμό ή στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή να διαταραχθούν οι διεθνείς της σχέσεις, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή. Όποιος από αμέλεια γίνεται υπαίτιος της πράξης της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας».
Τί σημαίνει όμως, και πώς ακριβώς ορίζεται στο νέο - προτεινόμενο άρθρο 191 του Π.Κ αυτό το «να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία»; Πώς μεταφράζεται πρακτικά αυτό; Αν κάποιος γράψει για παράδειγμα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι άχρηστη και στην οικονομία και στη δημόσια υγεία, θα θεωρηθεί ψευδής είδηση που θα κλονίσει την εμπιστοσύνη του κοινού; Και ποιου κοινού ακριβώς;
Να θυμίσουμε ότι η πρώτη κυβέρνηση που με πρόσχημα τις θεωρίες συνωμοσίας ποινικοποίησε τα fake news για την πανδημία, όρος ασαφής, και που δεν ορίστηκε, ήταν η κυβέρνηση του Όρμπαν. Ο Όρμπαν είναι σήμερα το "μαύρο πρόβατο" της Ευρώπης, πιο ακροδεξιός και από το Jobbik, τη Χρυσή Αυγή της Ουγγαρίας».
Με ενδιαφέρον αναμένονται οι αντιδράσεις του δημοσιογραφικού κόσμου, όπως και των εκδοτών....

Η ΕΣΗΕΑ υιοθετεί το Ιδρυμα της Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου, τον χουντικό «Ελεύθερο Κόσμο» και τους Γκλίξμπουργκ

Μια μεγάλη έκπληξη περίμενε την περασμένη Δευτέρα τους επαγγελματίες δημοσιογράφους. Το Μορφωτικό Ιδρυμα της ΕΣΗΕΑ ανήγγειλε με κάθε επισημότητα τη θέσπιση ενός βραβείου για δημοσιογράφους-συγγραφείς βιβλίων που ονομάζεται «Βραβείο Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το βραβείο απονέμεται από το «Ιδρυμα για την προώθηση του ελληνικού πνεύματος Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου» και συνοδεύεται από το χρηματικό ποσόν των 10.000 ευρώ. Πρόεδρος της τριμελούς κριτικής επιτροπής είναι ο καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης. H απονομή του βραβείου γίνεται κάθε δύο χρόνια. Η έκπληξη γίνεται μεγαλύτερη στην κατάληξη της ανακοίνωσης, όπου καλούνται οι ενδιαφερόμενοι «να αποστείλουν τρία αντίτυπα του βιβλίου τους, την φωτογραφία της επαγγελματικής τους ταυτότητας και το βιογραφικό τους σημείωμα στην διεύθυνση της ΕΣΗΕΑ για το “Ιδρυμα για την προαγωγή του ελληνικού πνεύματος Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου”».

Ωστε η ΕΣΗΕΑ δεν ενημερώνει απλώς τα μέλη της σχετικά με το βραβείο, αλλά έχει αποδεχτεί και τον ρόλο της γραμματειακής υποστήριξης αυτού του νέου προσωπικού Ιδρύματος. Υπάρχει και συνέχεια...

Ενα Ιδρυμα απ’ τα παλιά

Αν δεν έχετε ακούσει τίποτα γι’ αυτό το Ιδρυμα, μη στεναχωριέστε. Κανείς δεν το έχει ακούσει. Αλλωστε δεν έχει κάνει τίποτα άλλο μέχρι σήμερα, εκτός από το να ιδρυθεί και να συνεννοηθεί με το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ για τα περαιτέρω. Αντίθετα, το όνομα που προβάλλεται στον τίτλο του Ιδρύματος είναι πολύ γνωστό. Η Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου είναι μια πολύ γνωστή δημοσιογράφος και συγγραφέας, η οποία τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Εστία» του συγκροτήματος Φιλιππάκη και εκδίδει βιβλία, με τα οποία επιχειρεί να αποκαταστήσει την τιμή και το κύρος της δυναστείας των Γκλίξμπουργκ και ιδιαίτερα της Φρειδερίκης Γκλίξμπουργκ, όπου μαθαίνουμε τη συμβολή της στον πόλεμο του ’40 με την οργάνωση «Φανέλα του Στρατιώτη».

Η Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου με τον Οδυσσέα Αγγελή στο πρωτοσέλιδο του χουντικού 

«Ελεύθερου Κόσμου» (14.5.1972) και διαφήμιση του βιβλίου του χουντικού Οδ. Αγγελή, 

της Αλ. Στεφανοπούλου και τριών νατοϊκών («Ελεύθερος Κόσμος», 1.7.1972)

Για λόγους που δεν μας είναι σαφείς, η κυρία Στεφανοπούλου θεώρησε πριν από δυο χρόνια ότι επέστη ο χρόνος να δημιουργηθεί στο όνομά της ένα Ιδρυμα. Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε τίτλους ιδρυμάτων που περιλαμβάνουν το όνομα ενός προσώπου στις περιπτώσεις που κάποιος εύπορος συμπολίτης μας προβλέπει τη διάθεση της περιουσίας του (ή μέρους της) μετά τον θάνατό του σε κάποιον κοινωφελή σκοπό (Ωνάσης, Λάτσης, Νιάρχος).

Σπανιότερα αυτά τα ιδρύματα συγκροτούνται ενώ ο ιδρυτής τους βρίσκεται ακόμα εν ζωή και συνδέονται πιο άμεσα με την επαγγελματική δραστηριότητα του δωρητή. Χαρακτηριστική η περίπτωση πολιτικών που φρόντισαν για την υστεροφημία τους (Κων. Καραμανλής, Κων. Μητσοτάκης Κων. Σημίτης κ.ά.), αλλά και επιχειρηματιών που σκέφτηκαν κάτι ανάλογο (εφοπλιστής Αθανάσιος Λασκαρίδης κ.ά.). Αντίθετα, ζήτημα σύστασης Ιδρύματος Ανδρέα Παπανδρέου τέθηκε μόνο μετά τον θάνατο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Στην περίπτωση που μας απασχολεί εδώ τα πράγματα είναι ακόμα λιγότερο σαφή. Εδώ δεν έχουμε ούτε παραχώρηση μεγάλης χρηματικής περιουσίας, ούτε προσωπική διαδρομή που σημάδεψε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία; Τότε τι έχουμε;

Καταφεύγουμε στο Π.Δ. που ενέκρινε τη σύσταση του Ιδρύματος. Εκεί μαθαίνουμε ότι η περιουσία του είναι 100.000 ευρώ και ως «πόροι» του καταγράφονται «τα πάσης φύσεως έσοδα από την εκμετάλλευση της περιουσίας του» και «οι τόκοι από τις καταθέσεις του». Αλλά όποιος περιμένει «αξιοποίηση» ή «τόκους» από τις 100.000 πρέπει ασφαλώς να βραβευτεί ο ίδιος.

Ολα αυτά θα είχαν ελάχιστη σημασία αν δεν είχε πραγματοποιηθεί αυτή η παράδοξη ταύτιση του νεότευκτου «Ιδρύματος» με το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, το οποίο στις 26.1.2021, εν μέσω σκληρού λοκ ντάουν, αποφάσισε κατά πλειοψηφία να έχει έδρα το Ιδρυμα τα γραφεία της ΕΣΗΕΑ! Και όπως μαθαίνουμε από το Π.Δ. που συνέταξε η υπουργός Πολιτισμού Στυλιανή Μενδώνη και ο υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Βεσυρόπουλος, αντιπρόεδρος στο Ιδρυμα θα είναι μονίμως ο εκάστοτε πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ! Εχει δηλαδή ήδη αναλάβει τη θέση αυτή η Μαρία Αντωνιάδου. Πρόεδρος η Στεφανοπούλου, γεν. γραμ. ο Χρήστος Ζαμπούνης, γνωστός για το λουστράρισμα πασών των δυναστειών, ταμίας ο Κωνσταντίνος Οικονομίδης και μέλος ο Ελευθέριος Σκιαδάς, αντιδήμαρχος Αθηναίων και γενικός διευθυντής της «Εστίας».

Η κυρία Στεφανοπούλου και η χούντα

Η Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου έχει πολύχρονη δημοσιογραφική καριέρα. Στη βιογραφία της αναφέρεται ότι «εργάστηκε στον αθηναϊκό ημερήσιο Τύπο σαν ρεπόρτερ, αρθρογράφος, πολεμική ανταποκρίτρια και χρονογράφος με τα ψευδώνυμα “Τηλέμαχος” και “Alter Ego” και είναι σήμερα χρονογράφος της εφημερίδας “Εστία”». Αυτό που αποφεύγει να μας πει η παλαίμαχη δημοσιογράφος είναι ότι η πρώτη και σημαντικότερη φάση της καριέρας της είναι απόλυτα ταυτισμένη με την εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» του Σάββα Κωνσταντόπουλου, τη ναυαρχίδα του δικτατορικού καθεστώτος.

Επειδή οι νεότεροι δεν είναι υποχρεωμένοι να θυμούνται τον «Ελεύθερο Κόσμο» και τον Σάββα Κωνσταντόπουλο, παραθέτω εδώ τα υμνητικά λόγια του αρχιπραξικοπηματία και αντιπροέδρου της χουντικής κυβέρνησης Στυλιανού Παττακού στα 7α γενέθλια της εφημερίδας: «Ο δημοσιογραφικός αγών, τον οποίον διεξήγαγεν η εφημερίς, διά την αλήθειαν, υπήρξεν άξιος ανυποκρίτου θαυμασμού, καθ’ όσον ουδέποτε απέστη αύτη εκ της αρχής ότι ο Τύπος αποτελεί ύψιστον κοινωνικόν λειτούργημα» (27.7.1972). Την αντίθετη ακριβώς πεποίθηση είχε η πλευρά των δημοκρατών. Οπως διαβάζουμε στην εμβληματική μελέτη του Ζαν Μεΐνό, «ο Κωνσταντόπουλος θεωρείται σήμερα ο θεωρητικός του νέου καθεστώτος» (Jean Meynaud, «Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα», τ. 2, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2002 [1967], σ. 404).

Ας μη φανταστεί κανείς ότι η κυρία Στεφανοπούλου υπήρξε μια απλή δημοσιογράφος που υποχρεώθηκε («άτιμη κοινωνία») να εργαστεί σε ένα έντυπο με το οποίο διαφωνούσε. Υπήρξε επί χρόνια το νούμερο δύο της φιλοχουντικής εφημερίδας. Από τις 25.11.1970 εμφανίζεται στην ταυτότητα του «Ελεύθερου Κόσμου» με τον τίτλο του αρχισυντάκτη. Και με την ίδια ιδιότητα εμφανίζεται επί δώδεκα χρόνια, έως το τελευταίο φύλλο, στις 27.6.1982. Μάλιστα είναι το μόνο πρόσωπο που διατηρείται σταθερά στην ταυτότητα, ενώ στη θέση του εκδότη-διευθυντή και αρθρογράφου εναλλάσσονται άλλα πρόσωπα. Ακόμα και ο δημιουργός του «Ελεύθερου Κόσμου» Σάββας Κωνσταντόπουλος (1910-1981) κατά διαστήματα εξαφανιζόταν από την ταυτότητα ή παρουσιαζόταν ως απλός αρθρογράφος της.

Την περίοδο της δικτατορίας, η κ. Στεφανοπούλου μοιραζόταν τα κύρια άρθρα της πρώτης σελίδας με τον Κωνσταντόπουλο και τον Γεωργαλά, τον διαβόητο «θεωρητικό της επαναστάσεως» που το 1970 ήταν «υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ».

Είχε την ευθύνη των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής και από τη θέση της φρόντιζε να ενημερώσει για τον «ρεαλιστικό φιλειρηνισμό» του δικτάτορα Παπαδόπουλου (22.12.1971), για την «ελληνική “Οστπολιτίκ”» (6.7.1971), για «τις ξένες δυνάμεις που χρηματοδοτούσαν αριστερά κόμματα και υπαγόρευαν τη δική τους πολιτική γραμμή στη χώρα μας» (26-29.1.1971) κ.ο.κ. Η μεγάλη της δημοσιογραφική επιτυχία ήταν η δισέλιδη συνέντευξη του χουντικού αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων Οδυσσέα Αγγελή, στον οποίο υπέβαλε σκληρές ερωτήσεις, του τύπου «κύριε Αρχηγέ, σας ευχαριστώ πολύ διά την κατατοπιστικήν ανάλυσιν του θέματος των οικείων λιμένων» (14.5.1972).

Την ίδια στάση θα κρατήσει η Στεφανοπούλου και τα πρώτα οκτώ χρόνια της Μεταπολίτευσης που συνέχιζε να εκδίδεται ο «Ελεύθερος Κόσμος» με πολιτική γραμμή υπέρ των «Απριλιανών» και των νοσταλγών του ψυχρού πολέμου και της αντικομμουνιστικής ψύχωσης. Πέρα από την αρχισυνταξία, είχε πλέον και πρωτοσέλιδο πολιτικό χρονογράφημα, ως «Τηλέμαχος», το οποίο μετέφερε εν συνεχεία στη «Βραδυνή».

Η στροφή στον Γκλίξμπουργκ

Βέβαια σήμερα η Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου εμφανίζεται ως αντίπαλος της δικτατορίας από την πλευρά του παλατιού και εξωραΐζει τους Γκλίξμπουργκ με τα βιβλία της ως... αντιστασιακούς. Είναι μια θέση που προσπάθησε να κρατήσει και ο έκπτωτος μονάρχης με την επανεμφάνισή του πριν από λίγα χρόνια, αλλά δεν έπεισε κανέναν. Η «Εφ.Συν.» έχει εκδώσει σχετικό ένθετο (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, «“Οσα δεν είπα”, Ψέματα και πλαστογράφηση της Ιστορίας από τον τέως και το “Βήμα”», 19.12.2015). Εξάλλου πλέον είναι πολύ αργά. Μπορεί κατά την περίοδο της δικτατορίας να υπήρχε μια μικρή μερίδα βασιλοφρόνων που αντιστάθηκε, αλλά η Μεταπολίτευση και το Δημοψήφισμα έφερε τους βασιλικούς και τους χουντικούς στο ίδιο στρατόπεδο.

Το δημοσιογραφικό συγκρότημα που στέγαζε τα τελευταία χρόνια τη Στεφανοπούλου («Δημοκρατία» και «Εστία») έχει βέβαια επιδείξει μια ξεχωριστή ικανότητα να συνδυάζει τη στράτευσή του στον βαθύ «Καραμανλισμό» (μέσω του κ. Κοττάκη, προσωπικού βιογράφου του Κώστα Καραμανλή) με την προπαγάνδιση των πιο ακραίων φιλοχουντικών θέσεων (μέσω βιβλίων ακόμα και του Κων. Πλεύρη, του οποίου απλώς παραλείπεται το όνομα στο εξώφυλλο!). Δικαίωμά του.

Το ζήτημα είναι με ποιο δικαίωμα ανέλαβε την ευθύνη αυτού του στρατευμένου «Ιδρύματος» ένα σωματείο όπως η ΕΣΗΕΑ, ένα «Μορφωτικό Ιδρυμα» όπως αυτό των δημοσιογράφων, και μια πρόεδρος που δεν εκπροσωπεί τον εαυτό της, αλλά τον κλάδο. Πρόκειται για μεγάλο σφάλμα που όσο γρηγορότερα το παραδεχτούν όσοι το διέπραξαν, τόσο το καλύτερο για τη δημοσιογραφία και τη δημοκρατία.

*Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών